Ένα βιβλίο που άργησα να διαβάσω
Μια φθινοπωρινή μέρα του Οκτώβρη του 1969 , δυο αγόρια που παίζουν στις Όχθες του Βάλτου στο Μπάρκλι Κόουβ ενός ήσυχου χωριού της Βόρειας Καρολίνας, βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα αποτρόπαιο θέαμα. Δίπλα στο παλιό πυροφυλάκιο ανακαλύπτουν το πτώμα του Τσέις ενός νεαρού συγχωριανού τους. Η είδηση πέφτει σαν κεραυνός στους κατοίκους της περιοχής, ενώ η έλλειψη στοιχείων πάνω στη λάσπη γύρω από το νεκρό άντρα προβληματίζει το σερίφη και είναι σχεδόν σίγουρος ότι ο θάνατος οφείλεται σε δολοφονία κι όχι σε ατύχημα. Από εκείνη τη στιγμή, οι φήμες οργιάζουν κι αρχίζουν και παίρνουν τεράστιες διαστάσεις. Όλοι κατηγορούν ένα παράξενο πλάσμα που ζει απομονωμένο σε μια καλύβα βαθιά μέσα στο δάσος. Την Πιτσιρίκα του Βάλτου, μια κοπέλα που μεγάλωσε ολομόναχη κι εγκαταλελειμμένη από τους ανθρώπους. Το όνομα του κοριτσιού ήταν Κάια και κάποτε ζούσε με την οικογένεια της στο Βάλτο, μέχρι τη στιγμή που η μητέρα και τα αδέρφια της άρχισαν φεύγουν σταδιακά από το καλυβάκι για γλυτώσου